ΕΛΙΞΗΡΙΑ ΣΕ ΤΙΜΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ

Friday, December 24, 2010

Η ανατομία του μακάβριου τελευταίου μέρους ενός φόνου ή όταν η προϊδέαση είναι ηδύτερη της πράξης.


Η αλήθεια είναι ότι ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε προβεί σε ολοκληρωτική, αργή, βασανιστική έκδυση, αν και είχε ευκαιρίες, όμως μέχρι τότε θεωρούσε την προϊδέαση ήσσονος σημασίας στο παιχνίδι των απολαύσεων. Κάποιες επί μέρους εκδύσεις – στήθη, πλάτη, γλουτοί που είχαν εγκαταλειφθεί ηδονικά στα χέρια του να απογυμνωθούν από κάθε τι που θα εμπόδιζε την απόλαυση- δεν είχαν σταθεί ικανές να τον πείσουν πως, αν εφαρμόζονταν στο σύνολό τους, θα είχε πλέον αυτός φτάσει στον ιδεασμό.
………
Ξάπλωσε το γυμνό σώμα ανάσκελα.
Η θέα του, σε στάση πλήρους εγκατάλειψης και αποδοχής πάντων των μελλόντων να συμβούν –ούτως ή άλλως δε μπορούσε να κάνει και αλλιώς-, ήταν κάτι που του προκαλούσε συναισθήματα τρυφερότητας μα και ποταπής θήρευσης, αφού το θήραμα ήταν απροστάτευτο.
Πήρε ένα μυτερό μαχαίρι και άνοιξε το μανδύα ακριβώς στο κέντρο του στήθους.
Με τα δάχτυλά του έπιασε τα δυο αποσχισθέντα μέρη και τα τράβηξε απαλά.
Η σταδιακή αποκάλυψη της σφιχτής, σφριγηλής, ροδόχροης σάρκας καθώς απογυμνωνόταν από τα τελευταία ίχνη αιγίδας, τον εκστασίαζε. Παραστάσεις από στήθη που είχαν θωπευτεί από τα ακροδάχτυλά του, φρικιάζοντα από την προσμονή της επερχόμενης ηδονής, ήρθαν στο νου του και επέτειναν τη δική του απαντοχή της ευκταίας έκβασης. Τράβηξε με βία το μανδύα μέχρι τους γλουτούς.
Η αποκαλυφθείσα ούτω σάρκα, ωσάν να ρίγησε καθώς η κοφτή του ανάσα έφτασε καυτή επάνω της.

Άρχισε να εκδύει τους γλουτούς.
Τον εμπόδιζαν λίγο καθώς ήταν λυγισμένοι. Έπιασε με το ένα χέρι σταθερά το σώμα και με το άλλο τράβηξε το μανδύα, προσέχοντας να μη σκιστεί, κάτι που θα τον εκνεύριζε και θα του χαλούσε την ηδονική συνοχή της προϊδέασης και του επερχόμενου ιδεασμού.

Το μέρος του τεμαχισμού του σώματος ήταν πάντα κάτι που τον διήγειρε.
Έπρεπε να γίνει πολύ προσεκτικά και με περίσσια επιμέλεια.
Το μαχαίρι έπρεπε να βρει ακριβώς τις κλειδώσεις στα σημεία των χόνδρων- δεν έπρεπε επ΄ουδενί να αγγιχτούν τα συνδεόμενα κόκαλα και να πληγωθούν από το μαχαίρι- και να περάσει απαλά ανάμεσά τους, σαν να αφήνει ένα καμπύλο χάδι παράλληλο με τη δική τους καμπυλότητα.

Άρχισε από τα κάτω άκρα.
Τα κάτω άκρα είναι πάντα πιο ενδιαφέροντα από τα άνω, καθώς μπορούν να ανοίγουν με χάρη -όταν φυσικά είναι ακόμα στη θέση τους-, να λυγίζουν στην κλείδωση και να περπατούν μεταφέροντας το σώμα σε ολάνθιστους αγρούς, σπαρμένους με εκείνα τα τρυφερά, μοβ λουλουδάκια που κρύβουν τους σπόρους της απόλαυσης.

Απόθεσε με προσοχή στο τραπέζι το ένα αποκοπέν κάτω άκρο, μετά το άλλο, μετά συνέχισε με τα άνω άκρα, όλα με επιμέλεια βαλμένα το ένα δίπλα στο άλλο κι έμοιασαν -σε αυτόν φυσικά- ότι αυτή ίσως θα ΄πρεπε να είναι η φυσική τους θέση και ότι αν ήταν απαρχής έτσι αυτός δε θα παιδευότανε.
Τέλος, αφού αποκόλλησε τα στήθη από το υπόλοιπο σώμα, το έκοψε και αυτό σε τέσσερα κομμάτια.

Και τώρα έφτασε η στιγμή της μέγιστης απόλαυσης.
Είχε ήδη ανάψει το τζάκι από νωρίς και τα πυρωμένα κάρβουνα έμοιαζαν να προκαλούν τα τεμαχισμένα μέλη.

……………
Το τεμαχισμένο και χωρίς πέτσα πλέον κοτόπουλο –έπρεπε να προσέχει και τη χοληστερίνη- τοποθετήθηκε στη σχάρα, πάνω στα κάρβουνα.
Άνοιξε το κρασί, έβαλε λίγο στο κρυστάλλινο ποτήρι, άναψε ένα τσιγάρο και περίμενε να ψηθεί το κοτόπουλο.
Είχε φτάσει πια η πολυπόθητη ώρα του ιδεασμού.
posted by elix_geo at 5:42 PM 0 comments

Saturday, December 04, 2010

Περιμένοντας το χαμένο όπα, σκέφτηκα να κουρέψω το γκαζόν, να ψάξω το πατάρι και να πάω στην παραλία


Όταν περιμένεις κάτι, π.χ. ένα όπα που πιθανόν έχει χαθεί κάπου εκεί γύρω ή το κλειδί του συρταριού όπου έχεις φυλάξει τις μετοχές της σχέσης σου και που θέλεις να τις ρίξεις μια ματιά, το χειρότερο που έχεις να κάνεις είναι να μένεις άπρακτος, παθητικός, αδρανής, ομφαλοσκόπος, γιατί ούτε το κλειδί ούτε το όπα έχουν πόδια να περπατήσουν και να έρθουν να σε βρουν και να σου πουν:
-Εδώ είμαστε μάστορα.
Συν Αθηνά και χείρα κίνει, που έλεγαν και οι αρχαίοι μας, μόνο που εδώ δεν υπάρχει Αθηνά πια.
………
Ένα όπα μπορεί να είναι τόσο μικροσκοπικό, που μπορεί να κρύβεται ανάμεσα στα νιόβγαλτα, τρυφερά, αχνοπράσινα φυλλαράκια του γκαζόν όπου τριγυρνάει ανάμεσά τους, παίζοντας και κοροϊδεύοντάς τα με χάρη, ανεβαίνοντας στην κορυφή τους και πηδώντας μετά στο υγραμένο από τη βροχή χώμα, βάζοντάς τα να μαλώνουν μεταξύ τους, λέγοντάς τους ότι το ένα έχει πιο ωραίο χρώμα από το άλλο και προσέχοντας πάντα να είναι αόρατο σε σένα για να μην το βρεις και του χαλάσεις το παιχνίδι του.

Όπως επίσης μπορεί να είναι τόσο μεγάλο που όταν κοιτάζεις μακριά στη θάλασσα κάποιο φθινοπωρινό, χρυσοκίτρινο, θλιμμένο απόγευμα και βλέπεις μέσα στην ελαφριά ομίχλη ένα σκοτεινό, μεγάλο όγκο να αχνοφαίνεται μακριά, να μη μπορείς να διακρίνεις αν είναι το καράβι της γραμμής, που μπορεί να φέρνει οτιδήποτε ή το χαμένο όπα που, αφού ταξίδεψε σε μακρινές, άγνωστες και μυστηριώδεις θάλασσες, γυρίζει αποκαμωμένο και ξεπνοημένο από το ταξίδι του να βρει απάγκιο.
………
Ένα όπα μπορεί να είναι τόσο αφηρημένο -η και αφημένο- που μπορεί να ανέβηκε στη σκαλίτσα με τα τρία σκαλοπάτια, να άνοιξε την πόρτα του παταριού, να μπήκε μέσα, ψάχνοντας για έναν παλιό πίνακα-αντίγραφο του Μποτιτσέλι και να ξεχάστηκε εκεί, χαμένο μέσα σε σκέψεις, προβληματισμούς και αμφιβολίες, ανάμεσα σε ένα σωρό πράγματα, που κάποτε ¨ζούσαν¨ μαζί σας στο σαλόνι, στην κρεβατοκάμαρα, στην κουζίνα, στον κήπο, -να π.χ. μια παλιά καφετιέρα που είχε φτιάξει ένα σωρό καφέδες, άλλοτε γλυκούς και άλλοτε πικρούς, ένα μικρό χαλάκι του μπάνιου όπου είχατε σκουπίσει τα πόδια σας είτε μαζί είτε χώρια, ένα παλιό, κεντητό μαξιλάρι που άλλοτε σας ξεκούραζε και άλλοτε σας διέγειρε, ανάλογα με τη θέση που το βάζατε, ένα μικρό σκαλιστήρι που σκαλίζατε τον κήπο ή και ¨σκαλίζατε¨ τη σχέση σας κι ένα σωρό άλλα- αλλά τώρα είναι άχρηστα, παραπεταμένα, ξεχασμένα.

Περιμένοντας λοιπόν το χαμένο όπα, κούρεψα το γκαζόν μπας και ανακαλύψω αυτό το μικρό διαβολάκι που κρυβόταν, πήρα ένα φακό και άρχισα να ψάχνω στο πατάρι να βρω το "άληκτο" όπα ανάμεσα στα "ληγμένα" πράγματα και μετά κίνησα για την παραλία να δω τι ήταν αυτό το μυστηριώδες που αχνοφαινόταν, εφοδιασμένος όμως τώρα με κιάλια.
…….
Όλα τούτα τα παραπάνω έκανα –και σας προτείνω να κάνετε το ίδιο, κάπου, κάπου-.
Και όχι χωρίς λόγο φυσικά.
Μετά από μια μικρή διένεξη για ένα σοβαρό θέμα, πόσες μοίρες θα έχει κλίση η τηλεόραση σε σχέση με τον καναπέ, άκουσα τη φωνή της από τα παραδίπλα δωμάτιο:
-Εγώ φταίω που σε έχω στα όπα…

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, πέρασε ένας παλιοκερατάς χεβιμεταλλάς με ένα αυτοκίνητο κινητή ντίσκο στη διαπασών και δεν άκουσα παρακάτω.
Ειπώθηκε ποτέ το δεύτερο όπα;
Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι.
Εγώ πάντως, καλού κακού, το ψάχνω.
Γιατί ζωή χωρίς δύο όπα δε νοείται.
posted by elix_geo at 8:27 AM 0 comments

eXTReMe Tracker
ελιξιριομανείς