ΕΛΙΞΗΡΙΑ ΣΕ ΤΙΜΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ

Friday, October 19, 2007

Όταν άνθισαν οι κεραίες των τηλεοράσεων.




Έγινε ξαφνικά ένα πρωί και ήταν πράγματι ένα χάρμα οφθαλμών.
Ανέβαινες στην ταράτσα –εγώ το έκανα κάθε πρωί από τότε- κι όπου και να γύριζες το βλέμμα σου, ένα άλικο χρώμα –που δεν ήταν το κόκκινο των τριαντάφυλλων μήτε το μενεξελί της μπουκαμβίλιας μήτε το ροζ των κυκλάμινων παρά ένα καινούριο, πανέμορφο κόκκινο- σε κυρίευε με τη ζεστασιά του.
Και δεν μπορούσες να αντισταθείς στον πειρασμό να πας ν΄ αγγίξεις τα ανθάκια της δικής σου κεραίας που τόσο καιρό μάζευε υπομονετικά τα vhs και uh σήματα και τα έδιναν στη συσκευή σου και γίνονταν εικόνες και ήχοι και σε συντρόφευαν τις άδειες ώρες κι άλλοτε τ΄ αγαπούσες κι άλλοτε τα μισούσες –αν μπορεί κανείς να νιώσει αισθήματα για σήματα-.
Κι ήταν τόσο τρυφερά τα ανθάκια στην αφή, τόσο ηδονικά στο ειδέσθαι, τόσο φιλικά στο αυτί καθώς ένα ελαφρό αεράκι τα θρόιζε, τόσο μυροβόλα που αναρωτιόσουνα μήπως οι κεραίες δημιουργήθηκαν και μόνο για να ανθίσουν κάποτε και να τις απολαύσεις.
………….
Η Σοφία, μια γλυκιά, ζεστή κοπέλα με υγρά μάτια, έβλεπε αφηρημένα ένα ντοκιμαντέρ για σπάνια λουλούδια.
Έτσι, όταν είδε το άλικο ανθάκι –το ίδιο που η κεραία είχε χαρίσει στο ειδέσθαι και του πιο αδιάφορου παρατηρητή- στο πάνω μέρος της οθόνης δεν έδωσε σημασία.
-Θα είναι ένα σπάνιο λουλούδι ακόμα, σκέφτηκε.
Όταν όμως άρχισαν διαφημίσεις και το ανθάκι ήταν ακόμα εκεί να μαγνητίζει, η ματιά της αιχμαλωτίστηκε, τη μάγεψε το άλικο χρώμα του, σχεδόν μύριζε το άρωμά του, σχεδόν ένιωθε την τρυφεράδα που τα πέταλά του είχαν, σχεδόν ερωτεύτηκε αυτόν που θα της χάριζε ένα τέτοιο.
Όταν κατάφερε να αποτραβήξει το βλέμμα της μετά από πολύ ώρα, σήκωσε το ακουστικό.
-Καλέ μου… άρχισε.
………………….
Στις ταράτσες είχε πια μαζευτεί πολύς κόσμος, αληθινό πανηγύρι.
Συγκάτοικοι της ίδιας πολυκατοικίας, που μέχρι τότε μόλις που έλεγαν μια στυφή καλημέρα, χαιρετιόντουσαν πια ζεστά, μιλούσαν, γελούσαν, απολάμβαναν μαζί τη νέα, ολάνθιστη θέα, χαίρονταν και δος΄ του χειραψίες και αγκαλιές και συγνώμες που μέχρι τώρα ήταν στυφοί- ε! τόσα προβλήματα καθημερινά, να, αγωνία να περάσει ο γιος στο πανεπιστήμιο, να, άγχος να αλλάξουνε αμάξι, να , περιμένω τη δεύτερη δικάσιμη για το διαζύγιο και τόσα άλλα- πού να βρεθεί διάθεση να γλυκάνουν την καλημέρα.
………………..
Η Κατερίνα ετοίμαζε τις βαλίτσες της για τις διακοπές.
Τις είχε τόσο ανάγκη μα ωστόσο, μάλλον με βαριά καρδιά έβαζε και τα τελευταία μικροπράγματα στη βαλίτσα. Ίσως η μέχρι τώρα ανία που την έκανε ευάλωτη σε λογιών-λογιών επιρροές, ίσως το ταξίδι που προμηνυόταν να μην είναι ¨ταξίδι¨ αλλά μια συνακολουθία ήδη ταξιδεμένων πραγμάτων, ίσως πάλι μόνο η ζέστη των ημερών, την έκαναν να νιώθει βαριεστημένη.
Το άλικο ανθάκι σχηματιζόταν από ώρα στην οθόνη μέχρι να το δει η Κατερίνα. Όταν επιτέλους αυτή έριξε μια ματιά αφηρημένη και το είδε, αυτό είχε φτάσει στην πλήρη άνθησή του.
Άφησε τη βαλίτσα μισάνοιχτη, κάθισε στον καναπέ, μια ζεστασιά την πλημμύρισε, σκέφτηκε ένα λειμώνα γύρω από μια μονοκατοικία γιομάτο με τέτοια ανθάκια κι αυτή να τρέχει ξυπόλητη και προσέχοντας μην τα πατήσει παρά μόνο να τα βλέπει να χαμογελούν στο πέρασμά της –τα ανθάκια τούτα πάντα χαμογελούν στο πέρασμα μιας δροσερής αύρας- κι ύστερα, φαντάστηκε, λέει, πως γύρισε σπίτι και είδε ένα τέτοιο στο βάζο.
Παρ΄όλη τη ζέστη, άναψε το φούρνο να ψήσει μια οφτή πατάτα και είχε το νου της στο κουδούνι της πόρτας.
…………………..
Από τις γύρω ταράτσες άνθρωποι κουνούσαν τα χέρια χαιρετώντας με χαμόγελα πλατιά μέχρι τα΄αυτιά, είχαν βγάλει τραπεζάκια με μεζέδες και ουζάκια- κόντευε μεσημέρι πια- σήκωναν τα ποτήρια τους και ¨άντε γεια μας¨ και μερικοί νεαροί δανδήδες βρήκαν την ευκαιρία να στέλνουν φιλάκια στο ηλιόλουστο αντικείμενο του πόθου τους της διπλανής πολυκατοικίας και το ηλιόλουστο αντικείμενο έσκυβε ντροπαλά το κεφάλι.
Τα άλικα ανθάκια όλο και ζωντάνευαν το χρώμα τους.
………………..
Η Μαρία μόλις είχε τελειώσει ένα ποίημα όπου, μέσα σε τέσσερις στίχους, ζωντάνευε ένα καλοκαίρι μέσα από ένα καρπούζι, όταν είδε το ανθάκι.
Γοητεύτηκε.
Ξαναπήρε το μολύβι και άρχισε να γράφει ζωντανεύοντας τα όνειρά της κρατώντας ένα τέτοιο ανθάκι χαρισμένο από ένα λουόμενο που έτρωγε το καρπούζι της.

Η Νάντια μαγείρευε όπως κάθε μέρα όταν ο γιος της που έβλεπε τηλεόραση, της φώναξε:
-Μαμά, μαμά έλα να δεις!
Άφησε το παστίτσιο στη μέση με κίνδυνο να κόψει η μπεσαμέλ κι έτρεξε στο σαλόνι.
Δεν πίστευε στα μάτια της. Πώς ήταν δυνατόν σε ένα ρεπορτάζ που πραγματευόταν την καλά κρυμμένη μοναξιά μόνων ανθρώπων να ανθίζει ένα λουλούδι;
Αφηρημένα μάλλον, πιο πολύ πρόσεχε μήπως και βρει κάποιο συντακτικό λάθος στον ρεπόρτερ παρά κοίταζε το ανθάκι.
Όταν το ρεπορτάζ τελείωσε, το είδε πια , την απορρόφησε το χρώμα του-αν και θα το προτιμούσε πιο ανοιχτό, ποτέ δεν ήταν απόλυτα ευχαριστημένη- και άρχισε να θυμάται κάποια άλλα ανθάκια που της προσφέρθηκαν –με πιο ανοιχτό χρώμα, μα τότε τα προτιμούσε πιο σκούρα-.
Όταν τελείωσε με τα ανθάκια της ζωής της, πήγε βιαστικά στην κουζίνα αλλά η μπεσαμέλ είχε κόψει.
……………………
Ο ήλιος είχε πια αρχίσει να κατηφορίζει.
Καθώς νύχτωνε, και τα πράγματα άρχιζαν να χάνουν τα όριά τους στο ειδέσθαι, οι ταράτσες φάνταζαν να έχουν γίνει μια. Σαν να μπορούσες να πηδήξεις από τη μια στην άλλη. Κανείς δεν το δοκίμασε, όλοι ακόμα κουμπωμένοι λίγο –να, είχαν και τη δόση του δάνειου να πληρώσουν αύριο, να κουβεντιάσουν για μια φορά ακόμα με το σύντροφό τους να βρουν μια άκρη, να ποτίσουν τα λουλούδια τους, αλήθεια κανείς δεν σκέφτηκε να ποτίσει τις κεραίες- να ξαναγυρίσουν λες και ήθελαν στην πρωτινή τους ζωή-.
Φοβόντουσαν.
Τα άλικα ανθάκια σαν να μαράζωσαν λίγο.

Εγώ πάλι είμαι σίγουρος ότι μπορούσαν να πηδήξουν από ταράτσα σε ταράτσα.
…………………
Εσείς τι θα κάνατε αν βλέπατε το άλικο ανθάκι στην οθόνη σας;
Και…
θα ποτίζατε τις κεραίες πριν πηδήξετε στη διπλανή ταράτσα;
posted by elix_geo at 9:44 PM

2 Comments:

Ήρθανε τ' αποδημητικά πουλιά, σ' αντίστροφη πορεία!
Ώρα σου ήτανε.

Με το καλό να βρισκόμαστε, λέμε στον τόπο μου. Ν' ανταμώνουμε και να κόβουμε κομματάκια -τα χινόπωρα πιά-, να τα ζεσταίνουμε στη χούφτα.
Εκεί να δεις ανθάκια του... καλού!
Απ΄το τίποτα. Δηλαδή, απ' τα πάντα.

October 20, 2007 at 12:57 AM  

Δεν μπορώ, εξαιρετικά αγαπητέ, παρά να παρατηρήσω πόσον επιμελώς απέφυγες να αναφερθής στη συμβολή των ηλιακών θερμοσιφώνων στο σημαντικό γεγονός της αναθερμάνσεως των σχέσεων των συγκατοίκων, που με τελείως μονομερή οπτική απέδωσες στις ανθισμένες κεραίες, μη αναφέροντας το αληθές αίτιο γι αυτή τους την άνθιση.

Θα μπορούσαν πιθανώς να σου αποδοθούν παράξενες προθέσεις, οφειλόμενες σε ανίερες συνεργασίες και επιρροές από κέντρα εξουσίας βιοτεχνών τηλεοπτικών κεραιών. Όμως γνωρίζω την ακεραιότητα του χαρακτήρα σου, όπως και την σε πλείστες περιπτώσεις αποδεδειγμένη εντιμότητά σου.

Πλην, φευ, διαπιστώνω ότι ακόμα και στις καλύτερες των προθέσεων παραμονεύει η τάση των κοινωνικών διακρίσεων.

Έσται όμως ήμαρ για να πάρουν και οι ηλιακοί εκδίκηση, εξερχόμενοι της αφανείας των αλληγορευόντων λόγων σου.

____________
Σκέφτομαι πως αν άνθιζαν και τα κέρατα των συγκατοίκων το ίδιο όπως και οι κεραίες, πόσο καλύτερη θα γινόταν η ζωή μας.

(Σε ορισμένες περιπτώσεις, εξυπακούεται...)

October 23, 2007 at 8:08 PM  

Post a Comment

<< Home

eXTReMe Tracker
ελιξιριομανείς