ΕΛΙΞΗΡΙΑ ΣΕ ΤΙΜΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ

Friday, August 25, 2006

Αυτή στα τέσσερα δεμένη κι αυτός να καθαρίζει φασολάκια.


...
Κι ούτε κατάλαβαν πώς έφτασαν εκεί
κι ούτε κατάλαβαν πώς άλλαξαν οι ρόλοι.
...
ένα μικρό φασόλι κύλησε
ανάμεσα στους ανθισμένους γλουτούς της
κι αυτή αναρίγησε,
ένα μικρό σπυρί από φασόλι
γιομάτο δίψα αχόρταγη γι΄ αυτήν
θέλησε να ταξιδέψει μέσα της
κι αυτή του χάρισε τα μονοπάτια
στους μαιάνδρους του μυαλού της να το κουρσέψει,
λυπημένη - και πάντα ήταν έτσι,
όταν αυτός ήθελε να ταξιδέψει εντός της,
όταν αυτός την κούρσευε,
όταν, θωπεύοντας το σκανδαλισμένο της αιδοίο,
μες΄ στο μυαλό της έμπαινε, παρά εκεί,
να το ικετεύσει,
να το βιάσει αν χρειαστεί,
να λευκάνει τη φαιά του ουσία,
να ξορκίσει το δικό της εφιάλτη,
που, πάντα ο ίδιος,
ο ίδιος κι απαράλλαχτος την τυραννούσε,
γι’ αυτό που τώρα γίνεται.

Κι ούτε κατάλαβαν πώς έφτασαν εκεί
κι ούτε κατάλαβαν πώς άλλαξαν οι ρόλοι.

Έσκυψε, μάζεψε το μικρό φασόλι,
το γλυκαμένο απ΄ το αιδοίο της,
άπλωσε το χέρι του,
της χάιδεψε τα μαλλιά, τους μαιάνδρους του νου της,
πήρε το μικρό σπυρί απ΄ το φασόλι,
το πικραμένο απ΄ τον εφιάλτη της,

τ΄ απίθωσε πάνω στ΄ άλλα,
μειγνύοντάς τα, σχεδόν με οργή,
να μη μπορεί να τα ξανάβρει,

την πλησίασε, της έκανε έρωτα,
μετά τη φίλησε τρυφερά, στοργικά,
της ζήτησε απεγνωσμένα να διώξει το δικό του εφιάλτη,
μ΄ αυτή δεν το ΄κανε
κι αυτός δεν το ΄χε κάνει.
Έτεινε μόνο τον πάλλευκο λαιμό της.
...
Έριξε μια κλεφτή ματιά
στην άδεια πια σακούλα απ΄ τα φασόλια...
...
Κι ούτε κατάλαβαν πώς έφτασαν εκεί
κι ούτε κατάλαβαν πώς άλλαξαν οι ρόλοι.
...
Κι ύστερα χόρεψαν ένα χορό μεθυστικό,
αυτή δεν πατούσε καν στα πόδια της,

την κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά του

κι απόρησε πώς, ξαφνικά, είχε βαρύνει τόσο.
posted by elix_geo at 10:26 AM 2 comments

Παίζοντας με το Αν και την Αν


Αν, ακόμα υποθέτουμε..
Αν λέω, πες,
πως αυτή η γυναίκα –αν και όχι αυτή όπως είναι αλλά αυτή που θέλω εγώ να είναι-
προδομένη από τη ζωή της ή που και η ίδια μπορεί να την πρόδωσε-, στέκεται αντιμέτωπη και αναποφάσιστη μπροστά στη ζωή που τώρα ζει αλλά και σε αυτήν που θα ήθελε να ζει,
-Αν θα πεις κάτι,
εσένα σε ακούει, πες της να διαλέξει-
πες λοιπόν πως με αγαπάει,
λίγο, τι θα καταφέρει μάτια μου
-τι θα καταφέρεις μάτια μου, αγάπη μου, τρέλα μου, γυναίκα μου-
Αν, σε σένα μιλάω,
σε ακούσει και σε ορμηνέψει,

μιλάω στο κορίτσι που με συντρόφεψε κάποτε
-συντροφιά που Αν θα ζήλευες -
γιατί, Αν, η δικιά μου, όχι αυτή που με αρνιέται μένοντας εκεί,
θέλει μάτια μου να καταφέρει,
-Αν τα μάτια της, μάτια μου, με λιώνουν, μάτια που, Αν με κοιτάζετε με ζέστα και παραληρώ, Αν τα μάτια σου φλέγονται, φλόγες μου που με τυλίγετε μέσα από τα μάτια σου,
θέλει λοιπόν να καταφέρει, μα δεν θα μπορέσει,
να με σβήσει από τη ζωή της,
και μια γομολάστιχα μισολιωμένη από τη χρήση γιατί με αυτήν έσβησα την προηγούμενη ζωή μου,
και που μου ζητάει να της τη δανείσω,
Αν θα είναι ικανή, μέσα στο λεπτό χεράκι της κρατημένη,
να σβήσει τα εγκαίνια μιας νέας υπόστασης με το άπιοτο κρασί και τα μαγαζιά και την καφέ φούστα που η άσχημη κυρία διαφήμιζε με ζέση και την καρυδόπιτα με παγωτό στις δυο τη νύχτα και τις φτιασιδωμένες πόρνες στην Αθηνάς και τη μισή τυρόπιτα μετά το εκμέκ με παγωτό στις τρεις τη νύχτα και τις απαλές τις φράσεις, τις ψιθυριστά ειπωμένες στις πέντε το πρωί για να μην ξυπνήσουν τα ένστικτα και τις γαμημένες πρωινές αγκαλιές που κράταγαν μέχρι τις εννιά και μισή και περίμενε ο Διευθύνων και σκασίλα μας,

λες λοιπόν πώς αυτή η γομολάστιχα η δανεική μάλιστα,
θα είναι δυνατόν να σβήσει όλα αυτά;

Αν, πες, στα μάτια μου, έτσι τη λέω,
πρέπει να την ορμηνέψεις ότι αυτά τα πράγματα δεν γίνονται.
Μπορεί ίσως και να μη γίνουν.
Αν, στηρίζομαι σε σένα.
γιατί του κοριτσιού αυτού που αγαπάω, το μυαλό δεν έχει πήξει, δεν ξέρει
και χρειάζεται ορμήνια.
Αν δεν έχει άλλον παρά μόνο εσένα να την ορμηνέψει...
...πρέπει να το κάνεις.

Πόσα Αν για μια Αν!
Και μια γομολάστιχα μισολιωμένη να κείτεται, ανήμπορη να σβήσει το παραμικρό, που θα ήθελα, πλάι σε μια πένα βουτηγμένη σε καυτό μελάνι κι έτοιμη να γράψει τα πάντα που θα ήθελα.
posted by elix_geo at 10:16 AM 2 comments

Thursday, August 24, 2006

Κυριακή μεσημέρι. Κρέας με μακαρόνια ή με πατάτες; Ή με πίτσα;

Κρέας με πίτσα; Δεν υπάρχει φυσικά.
Αλλά μεσημέρι Κυριακής με πίτσα;
................

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Κυριακή πρωί, κατά τις εννιά.
Ένα τυπικό ζευγάρι, ένα τυπικό Κυριακάτικο πρωινό, σε μια τυπική κουζίνα, σε ένα τυπικό σπίτι, σε μια τυπική πόλη, πίνουν ένα τυπικό καφέ φίλτρου….

…αλλά αν μας φάνε οι τύποι και οι τυπικότητες, δεν τους βλέπω να τρώνε ούτε πίτσα…

…γι αυτό…
το ζευγάρι που μιλάει για μακαρόνια και πατάτες, ¨μιλώντας¨ στην πράξη, με λόγια και κινήσεις για τη σχέση τους…
…ας το βάλουμε σε ένα…

…μικρό μονόπρακτο με μια πράξη, μια σκηνή, ένα σκηνικό, μια σχέση, μια μεγάλη μοναξιά –προϊόν συνένωσης δύο, πως λέμε: έλα να ενώσουμε τις μοναξιές μας να κάνουμε μια μεγάλη;-,
ένα ζευγάρι,
ένα κοριτσάκι,
να βάλουμε και ένα κοριτσάκι;
όχι;
μα να, ας το βάλουμε κινητό, θα βγαίνει στη σκηνή μόνο όταν τα πράγματα σκουραίνουν, π.χ. όταν ο άντρας πηγαίνει να ανοίξει το πακέτο με τα μακαρόνια ή όταν η γυναίκα παίρνει το μαχαίρι να καθαρίσει τις πατάτες.
Και ας το πούμε Αναστασία. Κοντά στα 13.

ΣΚΗΝΙΚΟ

Μια κουζίνα ενός τυπικού μεσοαστικού σπιτιού. Όλες οι συσκευές καλογυαλισμένες και σε λειτουργία-το ψυγείο στο 3, ο φούρνος στο 200 για προθέρμανση, το πλυντήριο πιάτων γεμάτο με τα άπλυτα της προηγούμενης-, πλακάκια 30Χ30 σε χρώμα μπεζ με σχέδια, πάτωμα μάρμαρο Κοζάνης, τραπέζι ξύλινο, καρέκλες το ίδιο, στον τοίχο ένα παλιό τυπικό κάδρο, αυτό που είχαν στα μπακάλικα στα χωριά,
με τον…πωλών επί πιστώσει,
παρ ΄ολίγο να πω με τον…ζών.

Στον πάγκο ένα ταψί που έχει μέσα ένα τυπικό κομμάτι χοιρινό για φούρνο.
Πλάι ένα πακέτο μακαρόνια Νο 4 και από την άλλη μεριά καμιά δεκαριά πατάτες.
Αλάτι, πιπέρι, λεμόνια, μαργαρίνη.

Στον πίσω τοίχο, μια φωτεινή κυλιόμενη επιγραφή με μεγάλα γράμματα να διαβάζονται από τους θεατές. Σ΄ αυτήν γράφεται κάθε φορά αυτό που εννοεί ο καθένας απ΄ το ζευγάρι όταν λέει κάτι και δεν το λέει με το όνομά του. Η κυλιόμενη επιγραφή είναι κάτι σαν μεταφραστής κρυφών σκέψεων, κρυφών μηνυμάτων, κρυφών νοημάτων, φανερών κινήσεων ή και αλληγοριών. (Οι λέξεις ή οι φράσεις που είναι γραμμένες ανάμεσα σε [ ] γράφονται στην επιγραφή).

Στο τραπέζι της κουζίνας κάθεται ένα ζευγάρι και πίνει καφέ φίλτρου. Έχουν πίσω τους το τοίχο με την επιγραφή.
Ο άντρας με λίγο γκριζαρισμένα μαλλιά, μάλλον όμορφος, με ρυτίδες νόησης στο μέτωπο, με λίγο κουρασμένο βλέμμα και κορμοστασιά, φορώντας μια φόρμα γυμναστικής και σπορ παπούτσια, πίνει τον καφέ ρουφώντας και καπνίζοντας ένα τσιγάρο λάιτ.
Και ας τον πούμε Πέτρο.
Η γυναίκα, αρκετά νεώτερη, όμορφη, κομψή φοράει μια μεταξωτή βυσσινιά ρόμπα που αναδεικνύει το καλοσχηματισμένο σώμα της –εν μέρει προϊόν γυμναστηρίων και αερόμπικ-, καπνίζει με χάρη ένα τσιγάρο σλιμ και πίνει καφέ με μικρές, διακριτικές ρουφηξιές.
Και ας την πούμε Κλαίρη.
Τα παραπάνω ονόματα είναι εντελώς τυχαία.

Πέτρος: Καλή μου σήμερα λέω να φάμε το κρέας με μακαρόνια [σήμερα θέλω μια σχέση στηριγμένη σε μακαρόνια, δηλαδή όπως την θέλω εγώ. Στο λέω με καλό τρόπο, στην αρχή].

Κλαίρη: Μα Πέτρο, ξέρεις πόσο πολύ μου αρέσει και μου άρεσε πάντα το κρέας με πατάτες. Και πάντα το έτρωγα με ευχαρίστηση [κοίταξε να δεις καλέ μου, μη μου τη βγαίνεις έτσι, έχω και ιστορία με σχέσεις που έκανα ότι ήθελα εγώ. Στο λέω με καλό τρόπο στην αρχή]

Πέτρος (τραβάει μια ρουφηξιά, ρίχνοντας ¨κατά λάθος¨ τη στάχτη στο πάτωμα[ α! χα και όλοι σε ξαποστείλανε και σε φορτώθηκα εγώ]): Κλαίρη μου, εντάξει το ξέρω, αλλά μήπως να απολάμβανες σήμερα και τα μακαρόνια; [ακόμα στο λέω με το καλό, πάρε το μήνυμα]

Κλαίρη (κάνοντας πως δεν είδε τη στάχτη στο πάτωμα[θα το χρησιμοποιήσω αυτό το στοιχείο αργότερα, σκέφτεται]): Ναι αλλά εγώ μπορώ να σου φτιάξω σήμερα τις πιο απολαυστικές πατάτες που έχεις φάει! [επειδή είδα ένα όνειρο με ένα οργιαστικό πάρτι που με έφτιαξε και σηκώθηκα ερεθισμένη, μπορώ να σου κάνω έρωτα μετά, να καθίσω πάνω σου και να σε απογειώσω, αν αντέχεις ακόμα φυσικά]

Πέτρος (αρχίζει να εκνευρίζεται): Έχω φάει πολλές φορές από σένα, δεν νομίζω πως σήμερα θα έχουν κάτι παραπάνω. [μα γιατί δεν καταλαβαίνει επιτέλους ότι μου σπάει τα νεύρα, κάθε Κυριακή πρωί τα ίδια σκατά]

Κλαίρη: Άκουσε που σου λέω, δεν θα χάσεις, θα είναι το κάτι άλλο. [ θα σου κάνω μια νέα, φανταστική στάση που είδα σε ένα DVD με hard core στην Άλκηστη που είχα πάει χτες για καφέ (πάντα οι φίλες που έχουν DVD με hard core έχουν ποιητικά ονόματα)]

Πέτρος (φανερά πια εκνευρισμένος με την επιμονή της, σηκώνεται, πάει στον πάγκο, παίρνει τα μακαρόνια και ετοιμάζεται να σκίσει το πακέτο): Εγώ θα φάω μακαρόνια σήμερα Κλαίρη μου[μας τα ΄πρηξες, άντε και πηδήξου]

Μπαίνει η Αναστασία φουριόζα ανεμίζοντας μια μεγάλη φωτογραφία του Σάκη.

Αναστασία: Μαμά, μαμά που να την κρεμάσω;

Βλέπει στον πάγκο τα μακαρόνια και τις πατάτες και τον πατέρα της να ετοιμάζεται να ανοίξει τα μακαρόνια.
Αναστασία (επιτιμητικά): Άντε πάλι, κάθε Κυριακή μακαρόνια ή πατάτες! Τίποτα άλλο δεν παίζει εδώ μέσα;

Φεύγει απογοητευμένη.
Ο Πέτρος αφήνει τα μακαρόνια και ξανακάθεται στην καρέκλα του ανάβοντας ένα τσιγάρο.

Κλαίρη: Καλά που ήρθε το παιδί και σταμάτησες. Πρέπει να προσέχουμε, να μη μιλάμε έτσι μπροστά στο παιδί. Το παιδί είναι μικρό ακόμα, δεν κάνει να ακούει τέτοια.
[να μη σκεφτόμαστε έτσι μπροστά στο παιδί,

να μη σκέφτεσαι πια για μένα ότι είμαι:

κάποια να σου ρίχνω κλεφτές ματιές και να σε καμαρώνω,

κάποια να σου σκουντάω το πόδι κάτω από το τραπέζι, όταν τρώμε με φίλους, για να φύγουμε και να μείνουμε μόνοι,

κάποια που να μου πεις ξανά: Σιγά βρε θύελλα!!!!!! Άσε να πάρω ανάσα!

κάποια που θα έχω κουρνιάσει μέσα στην αγκαλιά μου και δεν θα θέλεις να πεις τίποτα, παρά μόνο να με σφίγγεις πολύ και να μιλάει μόνο η αφή,

κάποια που θα μου πεις: έχουμε πολύ καιρό μπροστά μας, για όλα τούτα να πούμε, που μας πόνεσαν και δεν θα τα αφήσουμε να μας ξαναπονέσουν ποτέ.

κάποια που θα μου χαρίσεις ένα περίτεχνο μπουκαλάκι αρώματος που, άρωμα περιμένει να δεχτεί μιας και είναι άδειο και να του δώσει το σχήμα του, να το περικλείσει, να το θωπεύσει και να το κάνει να αναδύσει τα πιο σπάνια συστατικά του-ένα παλιό ερώτημα, ακόμα αναπάντητο, των αρωματοποιών, αν το σχήμα του μπουκαλιού επηρεάζει το άρωμα-. Και μετά να μου φτιάξεις και να μου χαρίσεις
το σπάνιο το μοναδικό άρωμα για μένα.

κάποια λεπτή και τόσο απαλή σαν ίνα μεταξιού από τη μακρινή Κίνα φερμένη για να γίνω ένα αραχνοϋφαντο φόρεμα κι όμως εσύ να προτιμάς αντί γι αυτό- να γίνω η ίνα που θα εισχωρήσει στις ρωγμές σου, να σε νοιώσω και να σε απαλύνω,

Γιατί δεν είμαι πια αυτή για σένα.
Και ούτε εσύ που θα θελες πια εγώ να είμαι αυτή]

Ο Πέτρος, όση ώρα σκέφτεται η Κλαίρη, είναι γυρισμένος και διαβάζει την επιγραφή.

Η Κλαίρη σηκώνεται, πηγαίνει στον πάγκο, παίρνει το μαχαίρι και αρχίζει να καθαρίζει τις πατάτες.

Πέτρος: Έχεις δίκιο, δεν πρέπει να μιλάμε έτσι μπροστά στο παιδί.


Η Κλαίρη έχει καθαρίσει πια τις πατάτες.
Ανοίγει το πακέτο με τα μακαρόνια.
Τα βάζει όλα σε μια λεκάνη.
Ανοίγει το κάτω ντουλάπι και τα ρίχνει στο σκουπιδοτενεκέ.

Από μέσα ακούγεται η φωνή της Αναστασίας που μιλάει στο τηλέφωνο:

-Μια με ζαμπόν και μπέικον και μια με ζαμπόν, μανιτάρια και πιπεριές.

Ο Πέτρος και η Κλαίρη ανασαίνουν ανακουφισμένοι.


ΥΓ. Το μονόπρακτο μπορεί να παιχτεί και με άλλα ζυμαρικά, λαζάνια, χυλοπίτες, κριθαράκι, όπως επίσης, από την άλλη πλευρά, με ρύζι νυχάκι, κρεμμυδάκια στιφάδου κ.α.
Αλλά μην ξεχάσετε:
Αλάτι, πιπέρι, λεμόνια, μαργαρίνη.

Και τώρα θα μου πείτε:
Ρε φίλε, έπρεπε να στήσεις όλο αυτό το σκηνικό για να μας πεις ότι δεν υπάρχει επικοινωνία σήμερα στα ζευγάρια που άλλα λέει ο ένας και άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, άλλα προσδοκά ο ένας και άλλα ο άλλος;
Τι α σας πω, αν το διαβάσατε και θέλετε, στήστε το δικό σας σκηνικό με άλλα φαγητά.

Αν όχι, προσπεράστε το σηκώνοντας τους ώμους:

-Μμμμ, λες και δεν το ξέραμε, κάθε μέρα το ζούμε.

ΥΓ. Αυτό το μονόπρακτο έχει παιχτεί μια φορά ακόμα αλλά έχει ¨παιχτεί¨ άπειρες φορές.
Και έχει επιτυχία αν οι ¨ηθοποιοί¨ είναι καλοί στο ρόλο τους.
posted by elix_geo at 8:23 PM 0 comments

Thursday, August 03, 2006

Αν είχα απαντήσει στο μήνυμά σου δεν θα έβαζες το κραγιόν που δεν μου αρέσει...


Πες ότι κάποια στιγμή αδιαφορούσα και δεν σου απαντούσα- όσο δύσκολο κι αν ήταν αυτό για μένα-.
Τι θα γινόταν!
Να τι θα γινόταν!
Εσυ πειραγμένη απο την αδιαφορία μου, δεν μπορούσες να μείνεις σπίτι, δεν μπορούσες να μου μιλήσεις ούτε να μου στείλεις μήνυμα από εκεί, ήδη είχες φορέσει ένα κραιγιόν που δεν μου άρεσε το χρώμα του -κόκκινο της φωτιάς -, ντύθηκες βιαστικά- η ώρα ήταν κοντά δώδεκα- και πήγες προς ένα Internet cafe, μουρμουρίζοντας στο δρόμο:
-Θα σου δείξω εγώ τώρα.

Στο δρόμο ώρα δώδεκα, λίγοι ήταν οι διαβάτες όμως κανείς δεν έμεινε απαθής στο πέρασμά σου καθώς το σώμα σου, φωτισμένο από τα φώτα στις βιτρίνες, διαγραφόταν προκλητικό μέσα από το ημιδιάφανο, κόκκινο φόρεμα.

Κάποια στιγμή κάποιος σε πλησίασε και σε ρώτησε την ώρα - εγώ σε είχα ρωτήσει την ώρα, θυμάσαι μια φορά που καθόσουνα στην πολυθρόνα με τα πράσινα πανιά, στο χωριουδάκι ψηλά στο βουνό, εμένα μου μιλησες - αλλά εσύ σ΄αυτόν δεν απάντησες, συνέχισες το δρόμο σου παγερή- τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω- αλλά και αν του μίλησες και αυτός σε πλάνεψε, τάζοντάς σου μια κολώνια που θα ταιριάζει στο δέρμα σου, εμένα τι με νοιάζει, μου είσαι κάτι ;

Ενα πλάσμα της φαντασίας μου είσαι, που σε φτιάχνω όπως θέλω, μπορεί να σε κάνω να με αγαπάς τρελλά, να νοιάζεσαι για μένα, να ανησυχείς αν αργήσω να γυρίσω σπίτι...
στο δικό μας το σπίτι, το ζεστό, που θα μυρίζει αρνάκι στο φούρνο με ρύζι κάθε Κυριακή,
στο δικό μας το σπίτι, που θα ακούμε κλασσική μουσική και Πρωτοψάλτη,
στο δικό μας το σπίτι, που θα έχει μία γλάστρα με βασιλικό στο μπαλκόνι και θα τη μυρίζω κάθε πρωί πριν φύγω για τη δουλειά και θα κόβω ένα φυλλαράκι να το αφήνω στο μαξιλάρι σου χωρίς να σε κοιτάξω γιατί πάλι θα σε θέλω,
στο δικό μας το σπίτι που θα έχει ένα πατάρι με άχρηστα πράγματα και που όλο θα μου λες να το αδειάσω και όλο θα βρίσκω δικαιολογίες να μην το κάνω...

... γιατί κάθε φορά που μου το λες εγώ θα θέλω να κάνουμε έρωτα,
στο δικό μας το σπίτι που καμμιά φορά μπορει και να μυρίζει Amor Amor που φοράς και τόσο μου αρέσει...

Εσύ...
Εφτασες στο cafe.
Μπήκες μέσα φουριόζα, παράγγειλες μια cola light, και κάθησες σε έναν υπολογιστή. Μου έστειλες ένα μήνυμα αλλά δεν πήρες πάλι απάντηση.
Και τότε...
...πήγες στον explorer και έγραψες στο search: Hard core, μουρμουρίζοντας πάλι:
Θα σου δείξω εγώ.
Γιατί το έκανες αυτό; Δεν σκέφτηκες καθόλου ότι μπορεί εγώ να μην αδιαφορούσα στ΄αλήθεια για σένα, αλλά να έδειχνα έτσι για να σε πειράξω;
Εισαι πολύ σκληρή και απόλυτη. Δεν δίνεις περιθώρια.

Κάποια στιγμή βαρέθηκες τα ίδια και τα ίδια, Huge cocks, shaved pussy και το έκλεισες.
Σκέφτηκες εμένα. Εδώ στην Αθήνα, σε έναν υπολογιστή και να σου γράφω, να σου γράφω!
Ξαφνικά με αγάπησες.
Θα ήθελες και συ, το σπίτι μας να μυρίζει αρνάκι στο φούρνο με ρύζι- εγώ θα το είχα μαγειρέψει, Κυριακή, πρωί-πρωί, ενώ εσύ θα κοιμόσουνα ακόμα , και εγώ θα σε ήθελα τρελά, μα δεν τολμούσα να σε ξυπνήσω κι έτσι θα έβαζα το φαγητό στο φούρνο και θα περίμενα να ξυπνήσεις και να σου φτιάξω καφέ, και το μεσημέρι πιά, αφού θα είχαμε πιεί ένα μπουκάλι κρασί, θα κάναμε έρωτα.

Γύρισες πίσω βιαστικά.
Ήταν πια νύχτα περασμένη, ώρα δύο.
Κοιμήθηκες ολόγυμνη και με ονειρεύτηκες. Ονειρεύτηκες το σπίτι μας, τη γλάστρα με το βασιλικό, που είχα ξεχάσει να τον ποτίσω και μου γκρίνιαζες.
Ονειρεύτηκες πως ήμασταν στην κουζίνα, εγώ είχα ανοίξει το φούρνο να δω το φαγητό και εσύ ήρθες, έκλεισες το φούρνο, με φίλησες αχόρταγα και μου έκανες έρωτα.
Το φαγητό κάηκε.
Φάγαμε τοστ και ντομάτα. Το πιό ωραίο τοστ που είχα φάει ποτέ.
Είχε τη γεύση από το φιλί σου και η ντομάτα την απαλάδα από το δέρμα σου.

Ξύπνησες το πρωί, με τη γεύση του καμένου φαγητού ακόμα- εσύ το είχες δοκιμάσει, επιμένοντας ότι τρώγεται-.
Αρχισες να ετοιμάζεις τα πράγματά σου. Βιαζόσουνα να έρθεις σε μένα- τουλάχιστον, έτσι θέλω να πιστεύω.
Ξαφνικά αποθύμισες αυτόν το αρωματοποιό, με όποια κουσούρια και να έχει-μπορεί να είναι εγωϊστής, μπορεί να σε ζηλεύει, μπορεί να σε θέλει ολοδική του.
Είναι άραγε αλήθεια, τον αποθύμισες, κι ας σε έριξε στα βράχια;
Που μπορεί να σου γράψει ποιήματα;
Που μπορεί να σου φέρνει κάθε Κυριακή πρωί τον καφέ σου αλλά να μην θέλει να σε ξυπνήσει παρά να περιμένει μέχρι το σώμα σου να ανακλαδιστεί ηδονικά από την προσμονή ;
Που μπορεί κάποια στιγμή να αδειάσει επιτέλους το πατάρι από τα άχρηστα ενώ την ίδια στιγμή θέλει να σου κάνει έρωτα;

Οταν έρθεις σπίτι μας να φοράς το προκλητικό κόκκινο φόρεμα σου που μόλις αγόρασες..
...μα ποιό κόκκινο σου πάει και ποιό όχι, εγώ το ξέρω.
Είναι το κόκκινο του ήλιου που νυστάζει.
posted by elix_geo at 10:13 AM 0 comments

eXTReMe Tracker
ελιξιριομανείς